- Τιμάνθης
- Τιμάνθηςmasc acc pl (attic epic doric)Τιμάνθηςmasc nom/voc pl (doric aeolic)Τιμάνθηςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Τιμάνθης — Όνομα αρχαίων Ελλήνων ζωγράφων. 1. Από τη νήσο Κύθνο. Έζησε από τα τέλη του 5ου έως τις αρχές του 4ου αι. π.Χ. Διάφοροι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν ως έργο του τον πίνακα της θυσίας της Ιφιγένειας στην Αυλίδα. Μια παραλλαγή του έργου αυτού… … Dictionary of Greek
Τιμάνθει — Τιμάνθης masc nom/voc/acc dual (attic epic) Τιμάνθεϊ , Τιμάνθης masc dat sg (epic ionic) Τιμάνθης masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τιμάνθη — Τιμάνθης masc nom/voc/acc dual (doric aeolic) Τιμάνθης masc acc sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τιμάνθους — Τιμάνθης masc gen sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
άνθος — Βασικό τμήμα κάθε φυτού, αν και υπάρχουν φυτά που δεν ανθοφορούν.Λέγεται και λουλούδι. Το ά. είναι το μέρος του φυτού που περιέχει τα όργανα της εγγενούς αναπαραγωγής· κατά κανόνα είναι το πιο όμορφο, το πιο φανταχτερό και το πιο ευωδιαστό μέρος… … Dictionary of Greek
Σικυών — I Αρχαία πόλη της βορειοανατολικής Πελοποννήσου, κοντά στο σημερινό Κιάτο (του οποίου ο δήμος ονομάζεται δήμος Σικυώνας· υπάρχει επίσης και σημερινό χωριό με το όνομα Σικυών) στην περιοχή της Σικυωνίας. Η αρχαία Σικυωνία στη βόρεια πλευρά της… … Dictionary of Greek